- κοιη
- κοίῃион. (= ποίᾳ и πῇ) как, каким образом Her.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
κοίῃ — κοία fem dat sg (epic ionic) κοίῃ indeclform (adverb) κοῖος fem dat sg (epic ionic) κοί̱ῃ , ποῖος of what kind? fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κοίη — κέω to lie down pres opt act 3rd sg κοία fem nom/voc sg (epic ionic) κοῖος fem nom/voc sg (epic ionic) κοί̱η , ποῖος of what kind? fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ποιος — ποια, ποιο / ποῑος, ποία, ποῑον, ΝΜΑ και ιων. τ. κοῖος, η, ον, Α (ερωτ. αντων.) χρησιμοποιείται στις ερωτηματικές προτάσεις προκειμένου από την απάντηση να δηλωθεί: 1. η ταυτότητα προσώπου, τόπου ή πράγματος (α. «ποιος ρώτησε;, Εγώ» β. «ποιος… … Dictionary of Greek
διαφιλονικοίη — διαφιλονῑκοίη , διαφιλονεικέω pres opt act 3rd sg διαφιλονικέω dispute earnestly pres opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νικοίη — νῑκοίη , νικάω conquer pres opt act 3rd sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φιλονικοίη — φιλονῑκοίη , φιλονεικέω pres opt act 3rd sg φιλονικέω to be fond of victory pres opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)